2.7.08

Tαξιδι ημερών..

Διακοπές..
Πότε?
Παλιά..
Πού?
Δεν έχει σημασία..
Ώρες αγκαλιασμένες με τη θάλασσα, με βιβλία, με βουτιές και χαμόγελα..
Ατελείωτα βράδια που τα έσβηνε το φως του πρωινού και ξανάρχιζαν πάλι με ένα κλειστό παράθυρο στη μέρα.
Ελληνικός καφές και ένα ποτήρι νερό..ένα και για τους δύο..πάντα.
Μουσική σε ένα μπαρ και φιλιά που μέτραγαν την υπομονή ως το γυρισμό στο δωμάτιο.
Χέρια ενωμένα και αγκαλιές σφιχτές, αληθινές.
Δάκρυα για να εκτονωθεί η ευτυχία ενός καλοκαιριού.
Μια παρέα για πάντα…
Τότε.

Χρόνια…
Πέρασαν…
Άλλαξαν πολλά…
Μίκρυναν τα βράδια, μεγάλωσε το κλειστό παράθυρο που είχε μέσα του κάθε ένας χωριστά.
Τηλεόραση και σιωπή.
Αγκαλιά για καληνύχτα και πλάτες γυρισμένες για όνειρα απομακρυσμένα.
Άλμπουμ με φωτογραφίες στο ράφι της βιβλιοθήκης.
Υποχωρήσεις, νεύρα, φωνές και μια υποψία από εκείνο το παλιό χαμόγελο…που έσβηνε.
Μια παρέα από συνήθεια..
Λίγο πριν..

Αριστερά, η μεριά μου στο κρεβάτι.
Μωβ, η δική μου πετσέτα.
Μπλε κουνιστή πολυθρόνα, η θέση μου στο μπαλκόνι.
Στριφτό τσιγάρο και ένα ποτήρι κρασί.
Ένα..για έναν..τώρα.
Σιωπή.
Δική μου.

Μαύρο σημειωματάριο και σκέψεις χαμένες μέσα του.
Απόγευμα και φωνές από παιδιά που παίζουν.
Άδεια ράφια και μια ξεχασμένη κολόνια.
Κι άλλο τσιγάρο, κι άλλο κρασί.
Η τηλεόραση δυνατά να πνίξουν οι ήχοι της όλο το σπίτι.
Να φτάσουν στο μπαλκόνι, στη μπλε πολυθρόνα μου.
Να χυθούν στο ποτήρι μου και να με νανουρίσουν.
Να με πάρουν αγκαλιά να κοιμηθώ..
Να κοιμηθώ λίγο γιατί ξέχασα πως είναι...


Να διαλύσουν αυτή τη γαμημένη σιωπή..