15.11.07

Ένα απόγευμα που ο χρόνος τρελάθηκε..






















Περπατούσε..
Είχε σχολάσει εδώ και ώρες απο τη δουλειά και απλά περπατούσε..ήθελε να κρυφτεί για λίγο απ΄το χρόνο, απ΄τη ζωή.
Ο ουρανός ήταν βαρύς, γκρίζος ..η βροχή θα ερχόταν σε λίγο και θα ήταν δυνατή.
Χαμογέλασε, θυμήθηκε ένα πολύ παλιό τραγούδι.."Βάζω λίγο σκοτάδι και λιγάκι βροχή
για να σου φτιάξω μια παράξενη αρχή και να σε ξεμακρύνω λίγο από τη σκέψη σου.."

Πέρασε δίπλα από ένα πάρκο και κοιτάζοντας τις άκρες του χώρου βρήκε μια τσιμεντένια προεξοχή κάτω από ένα δέντρο και έκατσε για ένα τσιγάρο. Έστριψε αργά, το ίδιο αργά άναψε και τράβηξε την πρώτη ρουφηξιά. Ο καπνός μπήκε στα μάτια και δάκρυσε. Τα έτριψε λίγο και μόλις τα ξανάνοιξε..
Ένας παράξενος ξένος είχε καθίσει ακριβώς δίπλα, ξαφνικά..Πήρε το τσιγάρο της και άρχισε να φτιάχνει σχήματα με τον καπνό..
Τον κοίταξε στα μάτια και ένιωσε να μουδιάζει κάτι βαθιά μέσα στο σώμα, δεν μπόρεσε να στρέψει το βλέμμα αλλού, δεν ήθελε..

Ξεκίνησε πρώτος με μια βαθιά φωνή λες και δεν την είχε χαρίσει στα αυτιά κανενός ώς τώρα.."Εδώ λοιπόν, θα μοιραστώ μια ιστορία μαζί σου
που ‘ναι σα να συνέβη χθες και ορκίσου
αν σε πειράξει τόσο που ντραπείς
...πουθενά να μη τη πεις..."
ψιθύρισε τη συνέχεια απο το τραγούδι ..
"Εσύ είσαι .." της είπε.

Εξακολούθησε να τον κοιτάζει και αν κατάφερνε να κουνήσει τα χείλη της θα απαντούσε "Ναι..απλά εγώ".

Εκείνος συνέχισε "Ήθελα να σε δω για να σου πω οτι είμαι εδώ..απλά εδώ".Το τσιγάρο έκαιγε αργά στο χέρι του και το άφησε να πέσει.

Άρχισε να βρέχει και κοίταξαν και οι δύο τον ουρανό..ύστερα κοιτάχτηκαν για μια τελευταία φορά και έφυγαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.
Ήξεραν πια και οι δύο.
...............
Εγώ,
απλά εδώ..έμεινα να τους παρακολουθώ.

"Γιατί" το απόγευμα εκείνο "ο χρόνος τρελάθηκε..ο παράξενος ξένος χάθηκε.."