Κρατάς μυστικό?
Τότε..
Τότε με άφησε το Λεωφορείο κάτω και η βαλίτσα μου ήταν για πρώτη φορά άδεια.
Έχω μια μαύρη βαλίτσα και είναι άδεια.
Ανέβηκα με το ασανσέρ και δε με κοίταξα καν στο καθρέφτη.
Μου φάνηκε τεράστιος ξαφνικά και εγώ τόσο μικρή που μάλλον δε θα έφτανα να με κοιτάξω στα μάτια.
Άνοιξα την πόρτα και βούλιαξα μέσα σε κενό.
Εκεί στην πόρτα είχα ξεχάσει ένα μικρό κενό και μέχρι να γυρίσω πίσω μεγάλωσε.
Στο σαλόνι μου ..ένα κενό με πήρε μέσα του.
Γλιστρούσα πάνω σε τοίχους από ζεστό νερό και κόκκινο κρασί .
Μάτωσα με λίγο σαπούνι και ένα τραγούδι .
Νερό και σαπούνι με έπνιξαν.
Κρατάς μυστικό?
Πνίγηκα..
Πάλι.
Αφέθηκα να βρω νύχτες μες στο κενό μου που θα φωτίσουν όλη τη διαδρομή, τις έψαξα αλλά η γαμημένη μαύρη μου βαλίτσα τις τρόμαξε και χάθηκαν.
Και δε μου το΄πε ο καθρέφτης στο ασανσέρ να τη πετάξω..
Δε μου το’πε το νερό να τη βουλιάξω.
Και την κρατούσα σε όλη τη διαδρομή.
Ήταν ελαφριά βλέπεις.
Λίγη ήταν και νόμιζα πως δε θα κάνει τη διαφορά.
Νόμισα πως εγώ μπορώ να κάνω τα πάντα να διαφέρουν.
Καίει η μύτη μου ακόμα από ένα γκρι πουκάμισο και το φόρεμά μου γυαλίζει από καστανές ανάσες.
Σύννεφα σε έναν ουρανό που σκέπαζε ένα πάρκο, άδειοι δρόμοι και εγώ περπατούσα ελαφριά.
Τότε..
Τότε με άφησε το Λεωφορείο κάτω και η βαλίτσα μου ήταν για πρώτη φορά άδεια.
Έχω μια μαύρη βαλίτσα και είναι άδεια.
Ανέβηκα με το ασανσέρ και δε με κοίταξα καν στο καθρέφτη.
Μου φάνηκε τεράστιος ξαφνικά και εγώ τόσο μικρή που μάλλον δε θα έφτανα να με κοιτάξω στα μάτια.
Άνοιξα την πόρτα και βούλιαξα μέσα σε κενό.
Εκεί στην πόρτα είχα ξεχάσει ένα μικρό κενό και μέχρι να γυρίσω πίσω μεγάλωσε.
Στο σαλόνι μου ..ένα κενό με πήρε μέσα του.
Γλιστρούσα πάνω σε τοίχους από ζεστό νερό και κόκκινο κρασί .
Μάτωσα με λίγο σαπούνι και ένα τραγούδι .
Νερό και σαπούνι με έπνιξαν.
Κρατάς μυστικό?
Πνίγηκα..
Πάλι.
Αφέθηκα να βρω νύχτες μες στο κενό μου που θα φωτίσουν όλη τη διαδρομή, τις έψαξα αλλά η γαμημένη μαύρη μου βαλίτσα τις τρόμαξε και χάθηκαν.
Και δε μου το΄πε ο καθρέφτης στο ασανσέρ να τη πετάξω..
Δε μου το’πε το νερό να τη βουλιάξω.
Και την κρατούσα σε όλη τη διαδρομή.
Ήταν ελαφριά βλέπεις.
Λίγη ήταν και νόμιζα πως δε θα κάνει τη διαφορά.
Νόμισα πως εγώ μπορώ να κάνω τα πάντα να διαφέρουν.
Καίει η μύτη μου ακόμα από ένα γκρι πουκάμισο και το φόρεμά μου γυαλίζει από καστανές ανάσες.
Σύννεφα σε έναν ουρανό που σκέπαζε ένα πάρκο, άδειοι δρόμοι και εγώ περπατούσα ελαφριά.
Πιο ελαφριά από ποτέ.
Εγώ περπατούσα άδεια σε συννεφιασμένους δρόμους.
Ψιχάλιζε και άνοιξα το στόμα να βραχούν οι λέξεις που στέγνωσαν.
Βγήκαν κάποια στιγμή στο κρύο και στέγνωσαν, ανάμεσα σε δυο ουρανούς.
Κι ένιωσα τόσο όμορφα που τις άφησα κι ας κρύωσα κι εγώ..εκεί ανάμεσα.
Γδύθηκα το δέρμα μου και ξεκρέμασα τα μάτια μου για αυτό το ανάμεσα.
Για να μπορέσω να το δω.
Είδα και δε κράτησα τίποτα για τη βαλίτσα.
Δεν έβαλα τίποτα πάνω μου.
Τα μάτια μου φόρεσα ξανά και τα άφησα να τρέξουν για να κολλήσουν πάλι πίσω.
Θα φτιάξουν μου είπαν όπως ήταν παλιά.
‘Ετσι φτιάχνουν όλα.
Κάποια γυρίζουν πίσω στα παλιά κι αμέσως φτιάχνουν.
Τα δικά μου μάτια λέει ανήκουν στο αύριο.
Μόνα, εκεί.
Θα περιμένω να βρουν τη θέση τους αύριο.
Με φώναξε ο καπνός μου στο μπαλκόνι.
Τρία τσιγάρα έσβησα, για ένα μόνο βγήκα.
Πάγωσαν τα δάχτυλά μου.
Μούδιασαν απ΄το πολύ κρύο.
Ότι είναι πολύ μουδιάζει..
‘Η ότι μουδιάζει γίνεται ξαφνικά πολύ..
Να μπω μέσα.
Θα μπω στο υπόσχομαι.
Θα σβήσω.
Συνέχισε εσύ το τσιγάρο μου.
Χωράς ..
Εγώ..
Φίλα με στο μέτωπο και θα φύγω.
Γιατί στο στόμα δεν έχω φιλί.
Το έκοψα χθες βράδυ και το κατάπια.
Και..
Εγώ περπατούσα άδεια σε συννεφιασμένους δρόμους.
Ψιχάλιζε και άνοιξα το στόμα να βραχούν οι λέξεις που στέγνωσαν.
Βγήκαν κάποια στιγμή στο κρύο και στέγνωσαν, ανάμεσα σε δυο ουρανούς.
Κι ένιωσα τόσο όμορφα που τις άφησα κι ας κρύωσα κι εγώ..εκεί ανάμεσα.
Γδύθηκα το δέρμα μου και ξεκρέμασα τα μάτια μου για αυτό το ανάμεσα.
Για να μπορέσω να το δω.
Είδα και δε κράτησα τίποτα για τη βαλίτσα.
Δεν έβαλα τίποτα πάνω μου.
Τα μάτια μου φόρεσα ξανά και τα άφησα να τρέξουν για να κολλήσουν πάλι πίσω.
Θα φτιάξουν μου είπαν όπως ήταν παλιά.
‘Ετσι φτιάχνουν όλα.
Κάποια γυρίζουν πίσω στα παλιά κι αμέσως φτιάχνουν.
Τα δικά μου μάτια λέει ανήκουν στο αύριο.
Μόνα, εκεί.
Θα περιμένω να βρουν τη θέση τους αύριο.
Με φώναξε ο καπνός μου στο μπαλκόνι.
Τρία τσιγάρα έσβησα, για ένα μόνο βγήκα.
Πάγωσαν τα δάχτυλά μου.
Μούδιασαν απ΄το πολύ κρύο.
Ότι είναι πολύ μουδιάζει..
‘Η ότι μουδιάζει γίνεται ξαφνικά πολύ..
Να μπω μέσα.
Θα μπω στο υπόσχομαι.
Θα σβήσω.
Συνέχισε εσύ το τσιγάρο μου.
Χωράς ..
Εγώ..
Φίλα με στο μέτωπο και θα φύγω.
Γιατί στο στόμα δεν έχω φιλί.
Το έκοψα χθες βράδυ και το κατάπια.
Και..
Κρατάς μυστικό?
Και εγώ…