30.11.08

Το κρατάς?


Κρατάς μυστικό?
Τότε..
Τότε με άφησε το Λεωφορείο κάτω και η βαλίτσα μου ήταν για πρώτη φορά άδεια.
Έχω μια μαύρη βαλίτσα και είναι άδεια.
Ανέβηκα με το ασανσέρ και δε με κοίταξα καν στο καθρέφτη.
Μου φάνηκε τεράστιος ξαφνικά και εγώ τόσο μικρή που μάλλον δε θα έφτανα να με κοιτάξω στα μάτια.
Άνοιξα την πόρτα και βούλιαξα μέσα σε κενό.
Εκεί στην πόρτα είχα ξεχάσει ένα μικρό κενό και μέχρι να γυρίσω πίσω μεγάλωσε.
Στο σαλόνι μου ..ένα κενό με πήρε μέσα του.
Γλιστρούσα πάνω σε τοίχους από ζεστό νερό και κόκκινο κρασί .
Μάτωσα με λίγο σαπούνι και ένα τραγούδι .
Νερό και σαπούνι με έπνιξαν.

Κρατάς μυστικό?
Πνίγηκα..
Πάλι.

Αφέθηκα να βρω νύχτες μες στο κενό μου που θα φωτίσουν όλη τη διαδρομή, τις έψαξα αλλά η γαμημένη μαύρη μου βαλίτσα τις τρόμαξε και χάθηκαν.
Και δε μου το΄πε ο καθρέφτης στο ασανσέρ να τη πετάξω..
Δε μου το’πε το νερό να τη βουλιάξω.
Και την κρατούσα σε όλη τη διαδρομή.
Ήταν ελαφριά βλέπεις.
Λίγη ήταν και νόμιζα πως δε θα κάνει τη διαφορά.
Νόμισα πως εγώ μπορώ να κάνω τα πάντα να διαφέρουν.
Καίει η μύτη μου ακόμα από ένα γκρι πουκάμισο και το φόρεμά μου γυαλίζει από καστανές ανάσες.
Σύννεφα σε έναν ουρανό που σκέπαζε ένα πάρκο, άδειοι δρόμοι και εγώ περπατούσα ελαφριά.
Πιο ελαφριά από ποτέ.
Εγώ περπατούσα άδεια σε συννεφιασμένους δρόμους.
Ψιχάλιζε και άνοιξα το στόμα να βραχούν οι λέξεις που στέγνωσαν.
Βγήκαν κάποια στιγμή στο κρύο και στέγνωσαν, ανάμεσα σε δυο ουρανούς.
Κι ένιωσα τόσο όμορφα που τις άφησα κι ας κρύωσα κι εγώ..εκεί ανάμεσα.
Γδύθηκα το δέρμα μου και ξεκρέμασα τα μάτια μου για αυτό το ανάμεσα.
Για να μπορέσω να το δω.
Είδα και δε κράτησα τίποτα για τη βαλίτσα.
Δεν έβαλα τίποτα πάνω μου.
Τα μάτια μου φόρεσα ξανά και τα άφησα να τρέξουν για να κολλήσουν πάλι πίσω.
Θα φτιάξουν μου είπαν όπως ήταν παλιά.
‘Ετσι φτιάχνουν όλα.
Κάποια γυρίζουν πίσω στα παλιά κι αμέσως φτιάχνουν.
Τα δικά μου μάτια λέει ανήκουν στο αύριο.
Μόνα, εκεί.
Θα περιμένω να βρουν τη θέση τους αύριο.

Με φώναξε ο καπνός μου στο μπαλκόνι.
Τρία τσιγάρα έσβησα, για ένα μόνο βγήκα.
Πάγωσαν τα δάχτυλά μου.
Μούδιασαν απ΄το πολύ κρύο.
Ότι είναι πολύ μουδιάζει..
‘Η ότι μουδιάζει γίνεται ξαφνικά πολύ..
Να μπω μέσα.
Θα μπω στο υπόσχομαι.
Θα σβήσω.
Συνέχισε εσύ το τσιγάρο μου.
Χωράς ..
Εγώ..
Φίλα με στο μέτωπο και θα φύγω.
Γιατί στο στόμα δεν έχω φιλί.
Το έκοψα χθες βράδυ και το κατάπια.
Και..

Κρατάς μυστικό?
Και εγώ…

'Ασχετο..


Σήμερα έγραψα στο τεστ δεξιοτήτων του ΑΣΕΠ.
Τι?
Δεν έχω εγώ δεξιότητες?
Πλέξιμο, σιδέρωμα, βελονάκι, ξεσκόνισμα, φοδράρισμα ..
Δεν τα κάνω εγώ όλα αυτά?
Βασικά όχι δεν τα κάνω οπότε το προσπερνάω και διηγούμαι τη μέρα μου..
Κατανοείτε..
Ξεκίνησα 8.30 απ΄το σπίτι μου και γύρισα στις 16.00!
Ελλαδάρα ρε..
Απαγορεύεται η προσέλευση μετά τις 9.30 σου λέει και έρχονται τα θέματα στις 11.30 πάνω που βρισκόμαστε όλοι στο τέταρτο όνειρο και μας τρέχουν τα σάλια στα θρανία.
Άντε σκέψου μετά, πόσο τις εκατό του πληθυσμού είναι ξανθιές γαλανομάτες άμα το τόσο είναι άντρες και το άλλο τόσο είναι ξανθοί κτλ..κτλ..
Κάνε πολλαπλασιασμούς, διαιρέσεις, εμβαδά και πυθαγόρειο..
Βρες αν πρέπει στην πρόταση να βάλεις συνίσταται ή συνιστάται και ποιος αρχηγός ξένου κράτους ήρθε στην Ελλάδα την προηγούμενη εβδομάδα και…..
Ε ρεεεεεεεεεεεεεεεε…
Βασικά μπορούσα να γράψω πως η Μπεζεντάκου (που έγινε ξανθιά και μπορεί να γίνει και γαλανομάτα) πήρε δώρο απ΄τον αγαπημένο της ένα Χάμερ και πως η Θώδη κυκλοφορεί τη φάτσα της σε κρασί αλλά δεν τα ρωτούσαν οι γελοίοι…
Τι να κάνω ρε, τηλεόραση βλέπω μόνο όταν τρώω και πέφτω πάνω στα καλύτερα του Σταρ ή στις νταντάδες αμέσου δράσης του Σκάι.
Δε βοήθησε και πολύ η συνήθειά μου..τώρα το ξέρω.
Δε με χάλασε πάντως, πήγα για το χαβαλέ.
Έτσι απλά.
Λέω αφού τα τελευταία χρόνια έχω πάρει εργολαβία τους διαγωνισμούς και κάθε φορά τρέμω σαν το ψάρι και κλαψουρίζω σα χαζογκόμενα, ας πάω και μια φορά στο ξεκάρφωτο να δω αν δουλεύει ακόμα το κεφάλι μου ή αν έχει μείνει στη θέση του απλά ως διακοσμητικό.
Τελικά παίδες δούλεψε μια χαρά..και εγώ εξεπλάγην μη νομίζετε.
Μια φορά δε χρησιμεύει το έργο και το μάσησα όλο ρε πούστη.
Ποτέ δε ξέρεις θα μου πεις ..
Ένα είναι το συμπέρασμα της σημερινής μέρας πάντως..
(εκτός του ότι έπρεπε να έχω μαγειρέψει γιατί σκέτος πουρές που είχε μείνει ..πέρασε και δεν ακούμπησε γαμώτη!)



ΝΑ ΜΗΝ ΑΓΧΩΝΕΣΤΕ …ΝΑ ΧΩΝΕΣΤΕ!

Μααααααατς


25.11.08

Οbsidian eyes..

Ντύθηκε γρήγορα και έκλεισε την πόρτα πίσω της.
Η κατάλληλη στιγμή της νύχτας για κυνήγι.
Η πιο λάθος στιγμή για μια βόλτα.
Αδύναμο φεγγάρι και αέρας παγωμένος.
Μαύρα ρούχα και κασκόλ, τα όπλα της για να μη φαίνεται στο σκοτάδι.
Γλίστρησε ανάμεσα στους περαστικούς, διέσχισε το πάρκο της γειτονιάς και ανηφόρισε το λόφο.
Μουσική τα φύλλα των δέντρων και το ψιλόβροχο στο στενό δρομάκι.
Τυλιγμένη ως τα μάγουλα με το κασκόλ και με τα χέρια κρυμμένα στις τσέπες σκέπαζε κάθε φωτεινό σημείο που θα την πρόδιδε κάτω απ΄τον αχνό ουρανό.
Τα μάτια το δικό της φως για να ψάξει.
Λιωμένο κερί έσταζαν απόψε κι έπρεπε να τα ανάψει ξανά.
Να βρει τη φωτιά.
Στην κορφή του λόφου, στην άκρη του, στάθηκε για να αποφασίσει.
Ποιος θα κυνηγήσει απόψε?
Ένα κάψιμο δεξιά στο λαιμό από ένα παλιό δάγκωμα της θύμισε πως είναι η σειρά της.
Έσυρε το χέρι της στο σημείο που την πονούσε και με τα παγωμένα δάχτυλα αποκοίμισε το πόνο για λίγο.
Έσφιξε πάνω στο σημάδι το κασκόλ και ξεκίνησε.
Στο αμήχανο πρώτο βήμα για κυνήγι, στο τελευταίο ξέπνοο βήμα μιας βόλτας.

Μια σκιά με μόνο σύμμαχο το σκοτάδι.
Μια πληγή με μόνο εχθρό τα παγωμένα της δάχτυλα.


Μισή κυνηγημένη και μισή κυνηγός.

23.11.08

4 Εποχές




Κάτσε. Θα σου πω ένα αστείο να γελάσεις.
ΕΙΜΑΙ Ο ΑΝΑΜΕΣΑ.
Αλήθεια ρε, είμαι ο ανάμεσα…
Παρακάτω γίνεται πιο αστείο..Άκου..
Είμαι ο ανάμεσα στον Johnie Walker και τον Famous Grouse!
Χαχα!
Περπατάω συνέχεια και γύρω μου οι εποχές αλλάζουν.
Περπατάω τόσο γρήγορα ή αλλάζουν γρήγορα οι γαμημένες και δεν προλαβαίνω.
Δε ξέρω τι από τα δύο..
Κοιτάζω πίσω μου και βλέπω καλοκαίρι, το πρόσωπό μου καίγεται και ιδρώνει..
Γυρίζω μπροστά και ο ιδρώτας μου παγώνει, γίνεται νιφάδες χιονιού που στέκονται στα μαλλιά μου μέσα σε ένα κρύο χειμώνα.
Και εγώ συνεχίζω να περπατάω…
Μόνο οι άσπρες νιφάδες στα μαύρα μου μαλλιά θυμίζουν πως πέρασα μέσα από τέσσερις εποχές ..
Και όταν ασπρίσουν τα μαλλιά μου θα μαυρίσει το χιόνι για μένα?
Θα μπορέσει να στέκεται ακόμα πάνω μου στη θέση ενός παγωμένου ιδρώτα?
Και εγώ ακόμα θα περπατάω?
Δε ξέρω ..
Δε ξέρω σε ποιο μπουκάλι ανήκω, δεν ξέρω αν ανήκω κάπου γενικά..
Τόσο καιρό που προσπερνάω πράγματα σκέφτομαι..
Κι αν δεν ανήκω σε μπουκάλια?
Κι αν είμαι σκέτο διάφανο νερό?
Αν είμαι εγώ οι δροσοσταλίδες στα φύλλα, ο ιδρώτας στο πρόσωπο, η πάχνη στα τζάμια και οι νιφάδες του χιονιού?
Αν εγώ κουβαλάω τις τέσσερις εποχές μέσα μου και απλά περπατάω γιατί δεν έχω βρει κάπου να σταματήσω?
Να δεις που έτσι είναι..
Θα έρθει μια μέρα που θα ξαπλώσω στα πόδια ενός βουνού και πίσω θα βλέπω την κορφή του χιονισμένη…μπροστά θα με περιμένει η θάλασσα.
Έτσι θα΄ναι.
Και τότε θα θυμηθώ όσα είδα όταν περπατούσα, θα τα κοιμίσω ένα ένα στα κρεβάτια τους μέσα στο χρόνο που θα σβήνει πίσω μου και θα αποκοιμηθώ και εγώ.
Να δεις που έτσι θα'ναι...

21.11.08

Στο οχυρό μέσα του... (2)

Πέρασε καιρός και ξέχασε το βράδυ εκείνο…
Πέρασαν αποφάσεις πολλές και ξέχασε τον επισκέπτη στο «απόρθητο οχυρό» του..
Αφέθηκε να βουλιάζει απλά στις νύχτες του.
Κι ήταν τόσες πολλές και τόσο βασανιστικά μοναχικές.
Οι νύχτες του.
Όλες δικές του.
Σταγόνες που έσταζαν από κάποια πληγή του κορμιού του και τον αποδυνάμωναν με τον καιρό.
Μία μία ρουφούσαν τη δύναμή του, το μυαλό και την υπομονή του.
Ήταν φορές που τα ουρλιαχτά του ακούγονταν σε κάθε χαραμάδα της πέτρινης εξορίας του..κι άλλες που η σιωπή ντυνόταν τον εαυτό του και σερνόταν σε σκάλες και σκοτεινές γωνίες. Ψαχούλευε πίσω από κουρτίνες και πόρτες και σφάλιζε κάθε κλειδαριά.
Μια τέτοια νύχτα διάλεξε η σιωπή του να ξεχάσει μια και μόνη πόρτα ανοιχτή…
Εκείνη της ψυχής του.
Ο «βασιλιάς» ξάπλωσε στα μαρμάρινα σεντόνια του και έκλεισε τα βλέφαρα για να ξεγελάσει τους εφιάλτες, να τον δουν ακίνητο και να πιστέψουν πως είναι αργά για να έρθουν πια.
Δε πίστευε στα όμορφα όνειρα ...
Είχε κουραστεί να περιμένει τους εφιάλτες να τελειώσουν…
Δε πίστευε σε πολλά πια.
Άφησε τους ήχους που ταξίδευαν έξω απ΄το παράθυρο να τον αποκοιμήσουν.
Ξαφνικά στη γυμνή του πλάτη ένιωσε να σέρνεται κάτι ζεστό, σαν..σαν ..
Μπήκε μες στα μαλλιά του και τα ανακάτεψε απαλά, κατέβηκε απ΄το λαιμό στα πλάγια ανάμεσα στα χέρια του και τον αγκάλιασε.
Θυμήθηκε…
Χρώματα, ήλιο και χαμόγελα.
Σώματα ιδρωμένα, ανάσες που γεννιούνταν από φιλιά και έρωτα, νύχτες που παρακαλούσε να μη τελειώσουν.
Θυμήθηκε και.. το πρώτο βράδυ που έμεινε μόνος στο κάστρο του.
Το ίδιο εκείνο βράδυ που σκότωσε μέσα του την τελευταία αγκαλιά.
Σκότωσε τα πάντα…νόμιζε.
Την ανάγκη όμως?
Την έκρυψε και τώρα…
Τι παιχνίδια του έπαιζε το μυαλό του?
Λες και κάτι θαμμένο βαθιά ανάμεσα στις παγωμένες πέτρες του οχυρού του αναζητούσε πάντα μια ανάσα να το ξυπνάει το πρωί και να το συνοδεύει στα μοναχικά του δωμάτια κάθε μια από τις ατελείωτες νύχτες.
Δεν άνοιξε τα μάτια…
Φοβήθηκε.
Έμεινε μόνο να αισθάνεται τη ζέστη από το άγγιγμα στο δέρμα του.
Το ξύπνημα των αισθήσεών του…
Τα σεντόνια του ζωντάνεψαν και ήχοι που είχαν παγώσει από καιρό βγήκαν από το στόμα του καθώς φιλούσε μια φωτιά.
'Αφησε τις άκρες των δαχτύλων του να εξερευνήσουν σημεία που όμοιά τους δεν είχε πουθενά στις πεθαμένες μνήμες του.
Ένωσε τα χείλη του και τα έσυρε πάνω σε ένα σώμα που έτρεμε. Βύθισε το πρόσωπό του σε μέρη που ούρλιαζαν από ηδονή.
Έκανε έρωτα, όσο παράλογο κι αν ήταν αυτό, με κάτι που δεν ήθελε να αντικρίσει.
Δεν ήθελε να το τρομάξει και να χαθεί.


Δεν ήθελε να τρομάξει τον εαυτό του....μήπως χαθεί.

'Αφησε να ξεχυθεί ότι είχε κρυμμένο και η νύχτα έσβησε με ένα χαμόγελο πίσω απ΄τα σφαλιστά του βλέφαρα.
Το πρώτο φως χώθηκε ανάμεσα στις βαριές κουρτίνες και φώτισε το πρόσωπό του.
Σηκώθηκε και έριξε πάνω στο γυμνό του σώμα το μανδύα του.
Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα για όσα έζησε τη νύχτα που δεν ήρθαν οι εφιάλτες.
Τη νύχτα που γκρεμίστηκε το οχυρό του από μια ανάσα.
Που κάηκε...
Σύρθηκε έξω απ΄το δωμάτιο.
Έπρεπε να ξαναφτιάξει τα πάντα απ΄την αρχή.
Πιο ασφαλή, πιο σκοτεινά από ποτέ .
Δε κοίταξε πίσω...
Έκλεισε την πόρτα και κλείδωσε το δωμάτιο των ονείρων του για πάντα.







Λένε πως ακόμα κρέμεται στο στήθος του ένα κλειδί.




20.11.08


Σήμερα ξύπνησα και ανοίγοντας το παράθυρό μου είδα έξω…τίποτα.
Ομίχλη και το τζάμι μου.
Ομίχλη στο τζάμι μου.
Οδηγούσα για τη δουλειά και ήταν λες και γέμισε ο κόσμος σύννεφα.
Λες και οδηγούσα πάνω στα σύννεφα… και ήθελα τόσο πολύ να μη με πάνε εκεί που πρέπει.
Ξέρω, πάντα πάμε εκεί που πρέπει.
Τουλάχιστον να είναι ωραία η διαδρομή.
Γιατί αυτό μένει στο τέλος της μέρας.
Κρύο και μια όμορφη ομίχλη.
Όταν τελειώνουν όσα πρέπει να γίνουν.
Μη μου πεις πως κάνεις αυτό που δε πρέπει.
Μη πεις καν πως θα το έκανες αν
Αφού κανείς δεν έχει τόσο μεγάλο θέλω.
Ένα θέλω αρκετό για να καλύψει το τέλος της διαδρομής να μη το βρίσκω μέσα στην ομίχλη.
Να το αισθάνομαι πάνω απ΄το κρύο και απ΄το δικό μου θέλω που είδε την ομίχλη και κρύφτηκε.
Θα βάλω μουσική …
Τουλάχιστον να είναι ωραία η διαδρομή.

"Κλείσε τα μάτια, άνοιξε και θα δεις τον ουρανό"
Προσπάθησα πολύ να φτάσω μέσα του..
Έκλεισα και όσα μάτια είχα.
Άνοιξα.
Κι όμως..
Άκουσα μόνο για τον ουρανό, αλλά δεν τον είδα.
Πες μου, ο ουρανός προσπάθησε να με δει?

Είδες κάτι εσύ?

18.11.08

Me vs Me


"ΕΓΩ" λέγεται ο γρίφος σου κι αν δε γδυθείς δε θα λυθεί ΠΟΤΕ και από ΚΑΝΕΝΑΝ.
Έτσι μου είπε και εγώ άκουσα.
Και έφυγα για να μπορέσει να γδυθεί.
Και τώρα θα με λύσω.

17.11.08

Ιστορίες της θείας Τσαντίλως Νο 3 (ΤΡΑΛΑΛΑ!)


Καλώς τα παιδιά!!!
Τι λέει?
Πάγωσε το κωλαράκι σας από τα κρύουλα ή όχι ακόμα??
Βασικά δεν θέλω να σας απογοητεύσω και να σας κόψω πάνω που θα μου τα εξομολογηθείτε όλα αλλά…εγώ πέρασα να σας πω μια ιστορία.
Τα δικά σας μου τα λέτε μια άλλη φορά που θα έχω χρόνο και κέφι (ΠΟΤΕ!...)
Βολευτείτε το λοιπόν και ξεκινάμε…
Μια φορά σε κάποιο μακρινό ταξίδι μου σε μία πόλη (που δεν μπορώ να αποκαλύψω), γνώρισα μια τρισχαριτωμένη κοπέλα (το όνομα της οποίας δεν μπορώ να αποκαλύψω...ναι χέστε με ΔΕΝ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΩ ΛΕΜΕ!).
Έπινε καφέ που λέτε μόνη της σε ένα ψωροκαφενείο και επειδή ήμουν στο απέναντι τραπέζι (και κανένας καλός γκόμενος δεν έπαιζε τριγύρω…) αρχίσαμε την κουβεντούλα.
Δύο γυναίκες μόνες ε…καταλαβαίνετε γιατί μιλάνε συνήθως.
Γκόμενους, σεξ και καμιά φορά γκόμενους και σεξ ταυτοχρόνως σε υπέροχους και ευφυέστατους συνδυασμούς.
Αααααααααααααχ ανεξάντλητη κουβέντα το σεξογκομενικόν!
Τι τα θες, τα θυμάμαι και εγώ και σκανδαλίζομαι γριά γυναίκα…
ΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦΦ….
Τι λέγαμε..??
Ναι!
Σήμερα λοιπόν θα αποκαλύψω το κομμάτι της ιστορίας με το γκόμενο και το υποδέλοιπο με το σεξ θα το αφήσω για την άλλη φορά να κάνετε όρεξη!
Σκασμός ΕΓΩ ΜΙΛΑΩ!
Λοιπόοοοον….
Τα είχε που λέτε η κοπελίτσα με ένα ωραίο τεκνάκι πλην παντελώς ηλίθιο όπως η ιστορία απέδειξε.
Μέσα στο διάστημα που τα είχαν (το οποίο θα ήταν σύντομο αλλά μετά από τις κοπιαστικές προσπάθειες του νέου στο σημερινό επεισόδιο συντομεύθηκε ακόμα περισσότερο…) συνέπεσε να γιορτάζει η μικρή και ο ερωτοχτυπημένος νέος αποφάσισε να της αγοράσει ένα δωράκι με το οποίο να δηλώνει τον ατυχέστατο (όπως θα καταλάβετε) έρωτά του.
Η γλυκύτατη κοπέλα της ιστορίας εντελώς τυχαία (!) είχε ένα κόλλημα με τα μουσικά κουτάκια,κάτι το οποίο ο γκόμενος ΔΕΝ γνώριζε.
Ο ανυποψίαστος νέος λοιπόν, αποφάσισε να της αγοράσει ένα ΤΕΤΟΙΟ κουτάκι!!!
Ω ΝΑΙ!
Με μια πρώτη ματιά θα φανταζόταν κανείς πως η υπόλοιπη ιστορία θα μας πήγαινε σε μέρη τρελού έρωτα και ακατανόμαστων στάσεων σεξ, αφού η κοπέλα μας θα ανακάλυπτε το μοναδικό άλλο μισό της στο μυαλό αυτού του νέου που βρήκε τον μυστικό πόθο της χωρίς καν να χρειαστεί να τον εκφράσει…
Έτσι θα γινόταν παίδες αν …ΑΝ ΛΕΩ ο νέος δεν ήταν ΠΑΝΗΛΙΘΙΟΣ και ΑΝ επίσης με παρακολουθούσατε όταν σας το επισήμανα!
ΤΟ ΠΡΟΣΠΕΡΝΑΩ και συνεχίζω…
Έρχεται ο έρωτας παρφουμαρισμένος και έτοιμος για ένα πολλά υποσχόμενο βράδυ, χτυπάει το κουδούνι ΝΤΡΙΙΙΙΙΙΙΝ (βασικό στοιχείο της ιστορίας οι ήχοι…ΒΑΣΙΚΟΤΑΤΟ!)
ΝΤΡΙΙΙΙΙΙΝ ΝΤΡΙΝ και τρέχει η κοπέλα ( επίσης παρφουμαρισμένη, στοκαρισμένη, καλοντυμένη, σενιαρισμένη μέχρι την τελευταία δαντέλα του εσώρουχου κτλ κτλ ..)να ανοίξει.
Πριν φτάσει στην πόρτα ακούει ένα δυνατό και συγκεχυμένο κρότο.
ΜΠΑΑΑΜ, ΜΠΟΟΟΥΜ, ΚΡΑΑΤΣ, ΓΚΛΑΑΝ, ΧΡΙΙΙΤΣ!!!
Το αντιπαρέρχεται για να μη χαλάσει το μουντ της στιγμής και ανοίγει.
Έξω ακριβώς από την πόρτα βρίσκεται ο νέος ξαπλωμένος φαρδύς πλατύς με το δώρο στραπατσαρισμένο στο δεύτερο σκαλοπάτι δεξιά του ασανσέρ…
Τι έγινε?
ΕΠΕΣΕ Ο ΗΛΙΘΙΟΣ!
Το δώρο?
ΤΟ ΕΡΙΞΕ Ο ΠΑΠΑΡΑΣ..Ο ΚΑΚΟΜΟΙΡΗΣ, Ο ΤΡΙΣΑΘΛΙΟΣ!
(Στο σημείο αυτό κατά την εξιστόρηση της ιστορίας απ΄την κοπέλα πίνω το νερό μου ολόκληρο και το δικό της μαζί και λέω «Συγνώμη πάω να κατουρήσω». Παίδες πήγα στην τουαλέτα, τράβηξα το καζανάκι να κάνει θόρυβο και έριξα ένα γέλιο..μα ΕΝΑ ΓΕΛΙΟ ..που πρέπει να με άκουσαν στα σύνορα. ΣΤΑΝΤΑΡ! Αφού με πήρε η αδερφή μου στο κινητό και μου είπε ότι χαίρεται που περνάω καλά…ΣΚΙΣΤΗΚΑ ΣΤΟ ΓΕΛΙΟ ΛΕΜΕΕΕΕΕΕΕ, ΕΚΛΑΨΑ Η ΓΥΝΑΙΚΑ!...)
Και συνεχίζω απερίσπαστη την ιστορία..
Πέσανε τα φιλιά, τα χρόνια πολλά να ζήσουμε μαζί μία ζωή και άλλες τέτοιες πίπες και ήρθε η ώρα να ανοιχτεί το- ήδη σκισμένο και καταταλαιπωρημένο- δώρο………………………………………………
………………………………………………………………………………………
Ακολουθεί ακριβής περιγραφή δώρου:
Κουτάκι πλαστικό σε σχήμα καρδιάς, μπορντώ με χρυσό.
Και ξαναλέω…ΠΛΑΣΤΙΚΟ-ΚΑΡΔΙΑΣ-ΜΕ ΧΡΥΣΟ!!!!
Ο ΚΑΡΑΚΙΤΣΑΡΙΟΣ Ο ΙΔΙΟΣ ΛΕΜΕ!
Αυτή - χαμόγελο αμηχανίας…
Αυτός- χαμόγελο επιτυχίας…
Αυτή ανοίγει μουδιασμένη το «θα’θελε νατανε μουσικό κουτί» και πετάγεται μια μπαλαρίνα επίσης μπορντώ και χρυσή καρφωμένη σε ένα ελατήριο…
ΜΑ ΜΠΑΛΑΡΙΝΑ!!!
...Και αρχίζει να γυρίζει γύρω γύρω σκοντάφτοντας σε ένα αόρατο ΓΚΑΠ κάθε δυο γύρους και να ακούγεται…
ΓΚΛΟΟΟΝ ΓΚΛΙΙΙΝ ΓΚΡΡΡΡΡΡΝΚΡΑΤΣ ΓΚΑΠ ΓΚΛΟΟΝ ΓΚΛΙΝ ΓΚΡΡΡΡΧΡΤΣΓΚΡΑΝ ΓΚΛΟΝ ΓΚΑΠ...
(Κάτι ανάμεσα στη μουσική απ΄το Love story και το ηλεκτρικό μπουζόκλειδο του συνεργείου του Μήτσου στη γωνία…)
ΤΟ ΔΙΕΛΥΣΕ Ο ΓΕΛΟΙΟΣ, Ο ΠΑΝΗΛΙΘΙΟΣ , Ο ΞΟΦΛΗΜΕΝΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΓΚΟΜΕΝΟ...
Ο ΚΑΚΟΓΟΥΣΤΙΑΣ ΡΕ ΦΙΛΕ!
Εδώ σου λέει πέφτανε μπορντώ κομματάκια από παντού κι άμα κουνούσες το κουτί έκανε τσίκι τσίκι…
ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕ Ο ΦΙΛΟΣ ΡΕ...ΤΟ ΕΚΑΝΕ ΝΑ ΒΓΑΖΕΙ ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟ!
ΤΣ ΤΣ ΤΣ ΤΣ....
...........................
Δε νομίζω πως χρειάζεται να διηγηθώ με λεπτομέρειες το άδοξο τέλος της σχέσεως των δύο νέων που κράτησε 30 δευτερόλεπτα ακόμα, όσο πήρε η πόρτα να κλείσει σβήνοντας το χαμόγελο της-ανεξήγητης πλέον-επιτυχίας του.. αποτυχημένου!
Το σκορ ΠΟΡΤΑ-ΓΚΟΜΕΝΟΣ έληξε 1-0 με νικήτρια την πόρτα στο γήπεδό της χωρίς καμία βοήθεια απ΄το διαιτητή...
ΑΥΤΟΓΚΟΛ ΕΒΑΛΕ Ο ΜΑΛΑΚΟΠΙΤΟΥΡΑΣ!

ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΧ ΣΥΓΧΥΣΤΗΚΑ ΚΑΙ ΔΕ ΚΑΝΕΙ ΣΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ ΜΟΥ...

Και μετά μου μιλάτε για σχέσεις και κουραφέξαλα…ΟΥΣΤ ΡΕ!
ΟΥΣΤ!
Στο επόμενο τεύχος που εξαντλήθηκε και επανακυκλοφορεί …
ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΣΕΞ ΜΕ ΑΝΕΓΚΕΦΑΛΟ!
Λυσσάξατε?
Λυσσάξτε...ΟΛΑ ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ!
Τσίου παίδες!
Μαααααααααααααααααααατς

13.11.08

Πόσο?

Χθές καθώς έκανα μπάνιο μου ήρθε στο μυαλό μια ταινία που είχα δει κάποτε.
Δυο λέξεις μου ήρθαν βασικά.......
Απιθανότητα.
Κανονικότητα.

Χα!
Δύο άκρα και εμείς όλοι ταξιδεύουμε ανάμεσα.
Φάλαινες πέφτουν απ΄τον ουρανό, λεμονοστύφτες φορτίζουν το μυαλό σου για 10 λεπτά, 42 είναι η απάντηση στην απόλυτη ερώτηση.......
Μαλακία ε?
42????
Έπρεπε να είναι αυτό.
Πόσο βαρετά θα ήταν αν υπήρχε μόνο κανονικότητα?
Πόσο δύσκολα αν υπήρχε μόνο απιθανότητα?
Τι σε κάνει να σκέφτεσαι το ζεστό νερό?
Μήπως να άλλαζα αφρόλουτρο?
Δε ξέρω.
42, η απάντηση.
Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου θέλω τα ίδια πράγματα.
Μεγάλωσα κι ακόμα δεν τα έχω κατακτήσει, δεν τα έχω αποκτήσει, δε μου τα χάρισε κανείς.
Να με ξυπνήσει ο 42 μου με ένα ζεστό καφέ.
Να με κοιμίσει με μια αγκαλιά.
Να είναι εκεί.
Να ζωγραφίζω ασπρόμαυρα σκίτσα και να γελάνε όσοι τα διαβάζουν. Να γεμίζω τη μέρα τους. Να τη φτιάχνω. Να φτιάχνω τη δική μου.
Να καταφέρω όταν δε νιώθω καλά να γυρίζω το μυαλό μου ανάποδα και το μολύβι μου αντί να γράφει στραβωμένες λέξεις και αυτοκτονικά σενάρια, να κάνει σχήματα.......
Να ελευθερώνεται τις νύχτες και να με αφήνει να ταξιδεύω σε γραμμές, να μη βάζει ούτε μια τελεία.
Να βρω το γαμημένο ξύλινο κουτάκι που ψάχνω.
Αυτό που μου περιέγραψε κάποτε ο μπαμπάς μου.
Που ανοίγεις το καπάκι του και παίζει μουσική.
Βλέπει κανείς Grey’s anatomy?
Η μουσική στο τέλος και στην αρχή του είναι από ένα τέτοιο κουτάκι. Έτσι λέω..
Το βλέπω γιατί θέλω να ακούω αυτή τη μουσική.
Χα!
Μαλακίες?
42….
Έτσι.
Το κουρδίζεις το κουτάκι, μετά ανοίγεις το καπάκι και ζωγραφίζεις.
Ύστερα ξαπλώνεις στην αγκαλιά που κοιμάται στο κρεβάτι σου και μέχρι να τελειώσει η μουσική του..μέχρι να ξεκουρδιστεί… έχεις αποκοιμηθεί.

As simple as that.

Να το 42 μου ρε.
Να το.
Κανονικότατο.
Απιθανότατο?

Ξεκόλλα…ΡΕ.

12.11.08

The game..


Κι είναι όλα ένα παιχνίδι…

Παρτίδες που κερδίζονται και χαμογελάς.
Άλλες που χάνονται και λυπάσαι.
Ώρες ατελείωτες που ξεχνάς το χρόνο και σε ξεχνάει και αυτός.
Τι πιο όμορφο απ΄το να αγκαλιάζεσαι πάνω σε πολύχρωμα πιόνια και μπλεγμένες γραμμές.
Να βρίσκεις χώρο για να κοιμηθείς μέσα στην πιο επικίνδυνη πίστα.
Να γδέρνεσαι σε δάση με αρχαία τέρατα, να καίγεσαι σε πυρκαγιές που δεν αφήνουν τίποτα πίσω.
Να ανταλλάζεις όλους σου τους πόντους με ένα φιλί και ένα χαμόγελο.
Να φτιάχνεις κόμπους με το μυαλό σου.
Να βλέπεις σημάδια πάνω σου από αόρατα σχοινιά.
Να κρύβεσαι.
Να λύνεσαι.
Να χάνεις μερικούς γύρους γιατί είσαι χτυπημένος.
Να χάνεις τον εαυτό σου για τον ίδιο λόγο.
Να βρίσκεσαι τελευταίος στην αρχή της διαδρομής… γυμνός.
Και με καρφιτσωμένες τις αναμνήσεις στα μαλλιά..
Να σηκώνεσαι για να παίξεις ξανά.
Αλλού..με άλλον.
Τι πιο όμορφο?
Χα..
Γιατί..

Μπορείς τουλάχιστον να ξεχνάς το χρόνο και να σε ξεχνάει κι αυτός.
Αφού είναι όλα ένα παιχνίδι…

10.11.08

Σσσσστ..!
Θα περάσει.
Μα κάνω πως σωπαίνω.
Κάνω πως περνάει.
Ας είναι.

5.11.08

0+0


Θα μπορούσε να είναι μόνο αυτό που φαίνεται..

Θα μπορούσε να είναι .
Εγώ βλέπω μια εξίσωση που καταλήγει στο πιο απίθανο αποτέλεσμα.
Πόσες είναι οι πιθανότητες για ένα τέτοιο αποτέλεσμα?

Πόσες για αυτήν την απεικόνιση του μέσα σου?
Θα μου έφτανε μία.

Η επιστήμη, λέει, δε δέχεται το 0% ούτε το 100%..
Η ζωή άραγε τα δέχεται?
Γιατί εκεί υπάρχουν άκρα..
Υπάρχει και η μέση αλλά ποτέ δε μου ταίριαζε.

Γι'αυτό που λες..
Εγώ βλέπω το σχήμα του απείρου.
Μόνο αυτό βλέπω.
Έτσι απλά.

Χμμμ…
Γλυκό με πολύ γάλα..
Ευχαριστώ.
Δε μίλησα.
Όχι σε εσένα.
Δεν είμαι εύκολος άνθρωπος.
Γι’αυτό κρατιέμαι.
Μήπως από αυτό κρατιέμαι?
Πάρε την καρέκλα δεν τη χρειάζομαι.
Μου φτάνει η δική μου κι αν κουραστώ να κάθομαι θα σταθώ και αν κουραστώ να στέκομαι θα τρέξω…αλλά θα γυρίσω για τον καφέ.
Ίσως πιο γρήγορα από όσο θα ήθελα.
Ίσως πιο αργά από όσο αντέχω καμιά φορά.
Μη μου πάρεις το τασάκι.
Καπνίζω, δε βλέπεις?
Μόνο το τσιγάρο και ο καφές μου έμειναν.
Α ναι σωστά και το τραπεζάκι.
Που να σταθεί μόνος του ένας καφές και ένα τασάκι?
Νερό?
Όχι καταπίνω με τον καφέ μια χαρά.
Γάμησέ το το νερό.
Τελευταία φορά που το θυμάμαι ήταν βράδυ και το ζητούσα γιατί δίψασα.
Δε θέλω να το ζητήσω από εσένα.
Δε με έκανες να διψάσω εσύ.
Να σε πληρώσω μόνο να μη στέκεσαι πάνω απ΄το κεφάλι μου.
Μιλάει το μυαλό μου και δεν του αρέσει να το ακούνε, ούτε να κάνουν πως το ακούνε.
Καλύτερα να μη μιλάμε.
Μιλάω μόνη μου και ακόμα κι αυτό προσπαθώ να το κόψω.
Με κάνει να θέλω νερό.
Με κάνει να διψάω για νύχτα.
Ελευθερία έχω.
Να κάνω ότι θέλω και δε θέλω.
Να ακούσω θέλω και δεν έχει κανείς να πει τίποτα.
Κι όσοι λένε είναι τα λόγια τους γεμάτα τίποτα.
Τι μαλακία αυτό το τίποτα.
Σε στραγγίζει την ώρα που έχεις στίψει τον εαυτό σου για να γεμίσεις ένα ποτήρι κάποιου που δε θέλεις να διψάσει όπως εσύ.
Μα τι σου λέω..
Εδώ θα ήμασταν νομίζεις αν με άκουγες?
Εδώ θα ήμασταν αν όντως σου μιλούσα?
Θα φόραγες ποδιά και θα μοίραζες αποδείξεις στα τραπέζια?
Θα ήθελα να μου πάρεις την καρέκλα?
Κοίτα να δείς...τελείωσε ο καφές.
Μιλάω τόση ώρα και δεν κατάλαβα πως έφτασα στον πάτο.
Αυτόν τον πάτο ποτέ δεν τον καταλαβαίνεις όταν έρχεται η ώρα να σε βρει.
Δε σου το λέει.
Νομίζω ήρθε η ώρα για μια μπύρα.
Ευχαριστώ.

3.11.08

Καλημέρα ρε...


Σήμερα φοβάμαι ένα τηλέφωνο.
Ηλίθιο πράγμα να ξυπνάς φοβισμένος.
Ηλίθιο πράγμα να ξυπνάς άδειος.
Έμαθα όμως.
Ξυπνάω.
Όπως και να’χει.
Σήμερα θα’θελα να ανοίξω την πόρτα μου και να’ ναι η δική σου απέναντι.
Να χτυπήσω και να ακούσω μια φωνή που πριν λίγο κοιμόταν.
Που εγώ την ξύπνησα.
Να σε σηκώσω και να πάμε βόλτα.
Να΄ναι Κυριακή.
Μια άδεια μέρα.
Κάτω απ΄το σπίτι μου να΄ναι η Πλάκα.
Κοίτα μένω πάνω απ΄το καφέ.
Ξέχασα και το κινητό μου πάνω και δε γαμιέται θα το αφήσω εκεί.
Σε λάθος σπίτι είναι έτσι κι αλλιώς.
Σε λάθος μέρα.
Πως γίνεται να μου μιλήσει κάποιος μια μέρα που εγώ απλά δε τη ζω.
Δε της ανήκω.
Πόσες ημέρες έχει μια εβδομάδα?
Χίλιες μου φαίνονται.
Πόσες ημέρες είναι μια Κυριακή?
Καμία μοιάζει τώρα.
Κάποιος με δάγκωσε στα χείλια και ματώσανε.
Μπορεί εγώ σε μια προσπάθεια να κρατηθώ.
Να μη μιλάω στον ύπνο μου.
Να μη φιλάω σκιές.
Να χαμογελάω.
Ξεχώρισα ένα όνειρο στη φάση που ξυπνούσα.
Μια αγκαλιά ήταν.
Κάποιον προσπάθησα να πάρω αγκαλιά.
Ελπίζω μόνο να μη τον λέρωσα.
Να μη τον τρόμαξα με το χαμόγελό μου.

Τι μαλακίες λέω?
Μίλησα?
Δε νομίζω.
Μου μίλησε κανείς?
Σίγουρα όχι.
Δευτέρα λοιπόν, πάω για δουλειά.
Καλημέρα ρε…

2.11.08

ΣσσσΤοίχος...

Κάτι τέτοιες στιγμές εύχεσαι το μυαλό σου να ήταν ένα μάλλινο κασκόλ.
Πολύχρωμο..
Μαύρο..
Ότι γαμημένο χρώμα και σχέδιο θες…αρκεί να ήταν μάλλινο κασκόλ.
Να μπορείς να το ξηλώσεις και να το πλέξεις από την αρχή.
Κι εκεί που η πλέξη γίνεται ανάποδη να πλέκεις εσύ απ΄την καλή.
Καλή και ξανά καλή και ξανά καλή να μη γαμήσω.

Να κρατάς το νήμα για να μη χαθεί και να μιλάς με κάθε θηλειά του μέχρι να ματώσουν τα δάχτυλα. . .
Αλλά να το κρατάς εσύ το νήμα, μόνο ΕΣΥ.

Στην Καρυάτιδα, τη Lee και τον εαυτό μου.
Ξηλώστε