11.12.08

7:17


«Καλημέρα»
Ζορίστηκε το δέρμα του για να καταφέρει ένα χαμόγελο πρωί πρωί..
«Γεια σας..»
Κλότσησε το χαλάκι της εξώπορτας όπως κάθε μέρα και την έκλεισε πίσω του.
Σήμερα θα ήταν μια εντελώς διαφορετική ημέρα μα δεν το είχε υποψιαστεί καν..
Δυο γωνίες πιο κάτω στη γνωστή καφετέρια θα ζητούσε τον ελληνικό του, 3 ζάχαρη δύο καφέ και λίγο γάλα…
θα διάβαζε δυο σελίδες απ΄την εφημερίδα του …και κάτι ακόμα και θα έφευγε για τη δουλειά.
...................................
Καθισμένος στο πάσο του καφέ ήταν ήδη στη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας του, πιστός στις καθημερινές του συνήθειες, τσάκισε την άκρη και κρυφοκοίταξε πίσω απ΄το γκρίζο χαρτί ψάχνοντας την ίδια κοπέλα που βλέπει ένα χρόνο τώρα απέναντί του.
Κάθε πρωί.
Πουθενά!
Κατέβασε την εφημερίδα του αποκαλύπτοντας ένα μαρμαρωμένο προσωπείο απογοήτευσης. Έβραζε…
Ο εαυτός του άρχισε να μονολογεί ασταμάτητα..
Να μαλάκα και σου έλεγα να της μιλήσεις, να την αγγίξεις και καλά κατά λάθος, να της ζητήσεις αναπτήρα ρε αδερφέ…Επέμενα να της πιάσεις την κουβέντα να δείς αν αξίζει τη φασαρία φίλε μου, αν σου κάνει, αν σε φτιάχνει όταν μιλάει…
Τίποτα εσύ …μαλάκας!
Μαλάκας!
Μαλάκας?
Πάει …χάθηκε…
Τώρα θα πρέπει να αλλάξει συνήθειες, θα πρέπει να βρεί να κάνει κάτι άλλο μετά τη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας του και λίγο πριν να φύγει..
Ένιωσε να σφυροκοπάει το κεφάλι του ένας τρομερός πονοκέφαλος, αυτό ήταν..σήμερα δε θα πάει στη δουλειά! Σηκώθηκε ρίχνοντας κατά λάθος τον καφέ στο τραπεζάκι..έσκυψε το κεφάλι και ξεκίνησε για το σπίτι. Στα μισά της διαδρομής είδε ένα κομμάτι τσιμέντο που είχε ξεκολλήσει απ΄το πεζοδρόμιο και στεκόταν προκλητικά στη μέση του δρόμου. Ένιωσε ξαφνικά σαν δεκάχρονο και έτρεξε καταπάνω του, το κλότσησε πριν καν να το σκεφτεί και μετά από ένα δευτερόλεπτο… μια γκρίζα κοπέλα τον κοιτούσε κατάματα σε απόσταση αναπνοής.
«Δεν το περίμενα..»είπε.
«Δεν θα ήταν ωραίο να το περιμένεις», της απάντησε.
Τι μαλάκας…τι είπε? Τι σκατά εννοούσε? Τι να κατάλαβε αυτή?
Ήταν αυτή…η κοπέλα των γκρίζων πρωινών του!!!
«Μετά τη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας σου, αφού την τσαλακώσεις και με κοιτάξεις, γυρίζεις στο δρόμο και κλοτσάς πέτρες?», του χαμογέλασε…
Τον είχε καταλάβει, τον «διάβασε» απ΄την αρχή, τόσο καιρό που περίμενε να της μιλήσει αυτή ήξερε και δεν έκανε καμία κίνηση…καμία.
Γαμώτο …ένα χαμόγελο δικό του μετά από τόσο ..
Να χαμογελάσει κι αυτός? Μπα θα φανεί πως γουστάρει, να στραβώσει, χμμ ναι θα την κάνει να τον προκαλέσει ξανά, θα την κάνει να αποκαλυφθεί. Να δείξει πόσο και αν τον θέλει… Μα καμία κίνηση τόσο καιρό, τώρα θα δει…
«Γειά..» , του είπε και γύρισε την πλάτη..
Έμεινε στη μέση του δρόμου να κοιτάζει το σώμα της να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση..
Ήθελε μόνο να σιγουρευτεί…ήθελε να μη δείξει..
Πότε θα τη δει ξανά? Να την ακολουθούσε μήπως? Όχι …
Προλαβαίνει να πάρει το μετρό για τη δουλειά, θα πεί ότι τον καθυστέρησε η…κάτι θα βρεί. Αύριο θα διαβάσει μόνο δυο σελίδες…

Τίποτα άλλο.


Από αύριο αυτό.


Είναι κακό να έχεις συνήθειες…
Βρίσκουν χώρο και σε διαβάζουν…
Ή μήπως είναι κακό να συνηθίζεις…