27.6.08


Περίμενε καθισμένος στα σκαλοπάτια ενός παλιού βιβλιοπωλείου.
Κάποτε τα μάρμαρα θα γυάλιζαν και ο κόσμος θα γέμιζε με φωνές, μυρωδιές και γέλια τα δωμάτια.
Ναι, σίγουρα θα ήταν ένα διάσημο βιβλιοπωλείο αυτό εδώ.
Κάποτε…
Κοίταξε την ώρα στο κινητό του, ρολόι δε φορούσε ποτέ, δε γούσταρε ιδιαίτερα την εξάρτηση με τους δείκτες ενός μηχανήματος που μετράει τη ζωή σου και το αφήνεις να σου υπαγορεύει πότε θα κάνεις τι.

.....
Άργησε…

Ένιωθε να βουλιάζει ολόκληρος σε ένα κενό ...χρόνου, ήχου, ζωής. Σε ένα σκοτεινό δωμάτιο πέρα απ΄τη λογική, φτιαγμένο μόνο για εκείνον.

.....
Τι όμορφο ζευγάρι, από αυτά που λες πως μοιάζουν σαν αδέλφια. Από αυτά που λάμπουν όταν βρίσκονται μαζί.
Απογευματινό ραντεβού για καφέ..Την κρατάει από τη μέση..
Ξέρει τι σημαίνει αυτό.
Πρώτος καιρός θα είναι, ίσως και δεύτερο ραντεβού. Θα περπατάνε και θα σκέφτονται πότε θα μπουν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Θα μιλάνε και όταν τα μάτια κοιτάνε αλλού θα ονειρεύονται τη γεύση των φιλιών τους.
Ξέρει πως είναι. Θυμάται ακόμα..
Θυμάται το πρώτο χαμόγελο, θυμάται το πρώτο φιλί και τη μυρωδιά του ιδρωμένου σώματος που έτρεμε για την απόφαση που πήρε.
Όμορφα απογευματινά ραντεβού..
Όμορφο ζευγάρι..

......
Άλλη μια ματιά στο κινητό.
Άργησε πολύ ..σήμερα είναι η πρώτη φορά στα τόσα χρόνια που ευχόταν να μην έρθει ποτέ εκείνη.
Να μη φτάσει η στιγμή να μιλήσουν για αποφάσεις, αισθήματα, ευθύνες, αντικείμενα που ξαφνικά από «δικά τους» τραβήχτηκαν σε δυο διαφορετικές γωνιές και έγιναν «δικά του» και «δικά της».
Πως καταλήγουν τα πράγματα καμιά φορά…
Σαν το παλιό αυτό βιβλιοπωλείο.
Γεμάτα ζωή και γέλιο και ύστερα…με ένα γύρισμα του χρόνου σε ένα αόρατο τεράστιο ρολόι που έχει γραμμένα πάνω του όλα τα όνειρά σου και σέρνοντας τους δείκτες πάνω τους τα λιώνει ώρα με την ώρα..με ένα τέτοιο γύρισμα του χρόνου βρίσκεσαι χαμένος σε σκονισμένα ράφια και άδεια σκαλιά.
Περνάς λουκέτο στην πόρτα και ρίχνεις μια τελευταία ματιά σε αυτά που αγάπησες για τόσα χρόνια. Σε αυτά που με κλειστά μάτια μπορείς να βρείς, σε όσα τέλειωσαν και ποτέ δεν είχες χρόνο να ψάξεις ξανά.
Και είναι τόσο δύσκολο να περάσεις την αλυσίδα και να γυρίσεις το βλέμμα…

.....
Έρχεται…Όμορφη είναι όπως όταν την είδε για πρώτη φορά.
Τελευταίο ραντεβού..
Μετά θα κατεβούνε τα σκαλιά μαζί..
Ο κάθε ένας μόνος του..

26.6.08


Κουράστηκες..έσβησε και η φωτιά. Προσπάθησες να την κρατήσεις ζωντανή αλλά...δεν ήθελε. Απόψε λοιπόν, αποφάσισε εκείνη. Έσβησε μετά από τόσα χρόνια που υπήρχε εκεί σιωπηρή.
Έστρωσες το κρεβάτι σου, ένα σεντόνι και μια κουβέρτα. Ξάπλωσες και οι πέτρες κάτω απ΄την πλάτη σε πονούσαν. Στα ίδια σημεία που πονούσαν για χρόνια και έμενες και εσύ σιωπηλός.
Στα αυτιά σου έφτασε ο ήχος από στάλες βροχής που χόρευαν αργά πάνω στην τέντα, στο πρόχειρο καταφύγιό σου. Η βροχή δυνάμωνε, το ίδιο και ο ήχος απ΄τις στάλες. Λες και ήταν μια απ΄τις πιο σκοτεινές σου φαντασιώσεις..σχεδόν έσταζε μέσα σου.
Μια τρελή επιθυμία να βγείς έξω σε κατέκλυσε. Για μια στιγμή τράβηξες τα σκεπάσματα και έμεινες γυμνός, χωρίς φόβο, χωρίς καμία ντροπή.
Ήθελε τόσο πολύ το χώμα μέσα σου να πιεί νερό από αυτή την ονειρική χορωδία...
Μια σταγόνα μπλέχτηκε σε μια μικρή σχισμή και έπεσε στο μάγουλό σου...κύλησε ελεύθερη στο λαιμό και ύστερα...
Τα χέρια σου φοβισμένα έπιασαν το σεντόνι. Το σώμα σου κρύφτηκε ξανά..Η βροχή κατάλαβε και έμεινε απλά να ψιθυρίζει..δεν άκουγες όμως.
Παρακαλούσες να γίνει η βροχή φωτιά, ο ουρανός ανάσα και ο άνεμος μια αγκαλιά.
Η νύχτα να γίνει παρέα...

23.6.08

Τέλος

Γαμημένος εφιάλτης…
Γαμημένα όνειρα…
Ξαπλωμένος περιμένεις να σε λυπηθεί το σεντόνι της φαντασίας σου και να τελειώσει, να σκιστεί μπροστά στο φως της πραγματικότητας για να καταφέρεις να πάρεις μια ανάσα.
Μια ανάσα…
Σκοτεινή λίμνη, ένας λευκός κύκνος ακίνητος, λες και ήταν ραμμένος στα τοιχώματα της νύχτας από κάποιον παράξενο εργάτη που δουλεύει ασταμάτητα στο ασυνείδητο.
Κλαδάκια σπάνε γύρω του, πόδια σέρνονται κάπου κοντά.
Ο κύκνος μένει ακίνητος, πεθαμένος λες…
Τα μάτια του θολά, ψάχνουν γύρω με μια αγωνία που κρύβεται μέσα τους και δε φτάνει στο νερό ποτέ.
Μετά θόρυβος, πνιχτός…
Σκοτάδι.
Κραυγή θυμού και νερό που ταράζεται με μανία…
Σκοτάδι.
Η λίμνη άδεια, λεία ξανά…
Το μυαλό ψάχνει για το λευκό κομμάτι του ονείρου μα δε το βρίσκει ποτέ, πουθενά…
Στην άκρη του εφιάλτη, στα ξερόκλαδα του ύπνου που σιγά σιγά φεύγει, ένα κομμάτι παράξενου γυαλιού φωτίζει αχνά. Ένα μικρό, ματωμένο, λευκό απομεινάρι νεκρής φαντασίας.
Κι ο εφιάλτης τελειώνει…τα μάτια ανοίγουν και η αλήθεια είναι ακόμα πιο δύσκολη τώρα…
Αίματα στα χέρια, στο μαξιλάρι, στα μαλλιά σου…
Κόπηκες?
Έκοψες…
Μια ανάσα…

………………
Γαμημένα όνειρα…

19.6.08

200 + 1

Χμμμμμμμμμμμμ...
201 ποστάκια και αντέχω ακόμα...Εσείς?
Τελικά παίδες η παρλαπίπα δεν έχει τελειωμό.
Χάρισμα είναι...μη το σκέφτεστε ;p
Μου έδωσαν το ρουχαλάκι αλλά δε κλείνει το φερμουάρ. Έχει τον ανέβαστο!
(10 πόντοι για την καινούργια λέξη!)

Εκεί που το ανεβάζω και λες θα το βουλώσει δεν μπορεί....σχριιιιιτσ πάλι κάτω το συστέμ και παρλαπιπιπιιιιιι πιιιιι....
Και όπως λέει (περίπου) το γνωστό άσμα.....12 και δεν της παίρνουν το μικρόφωνοοοοοο.
ΝΑΙ ΡΕ ΝΑΙΙΙΙΙΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΤΟ ΟΦΩΝΟ..ΔΙΚΟ ΜΟΥΥΥΥΥΥΥΥΥΥ!
FUCK THE ZIPPER...(νέο moto!)

Να πω και τη μαύρη αλήθεια, ελπίζω να μη σταματήσω ποτέ γιατί γουστάρω να βγάζω αυτά που έχω, ελπίζω να κάτσετε μαζί μου να παρακολουθήσουμε και το υπόλοιπο εργάκι και τέλος ελπίζω να καταλήξει κάπου αυτό το post για να μη ξεφτιλιστώ τελείως!!!!!!!!!

Αυτάαααααααααααα
σας αφήνω γιατί πάω πάλι στας Αθήνας και... see u soooon!
ΥΓ. Lee σιχαίνομαι την ομελέτα αλλά για μακαρονάδα είμαι μέσαααααααα
ΜΑΑΑΑΑΑΑΤΣ!
ΥΓ.Οοοοοόχι δεν κατέληξε πουθενά το post...έτσι είναι και σκασίλα μου λέμεεεεεεεε!
;p

18.6.08

Στεριά και θάλασσα

Σβήνοντας αργά, το απόγευμα τη βρήκε να περπατάει δίπλα στη θάλασσα…
Σιδερένια έμοιαζε μες στο θυμωμένο κορμί της.
Η άμμος βυθιζόταν κάτω απ΄τα πόδια της και τα φύκια έπλεκαν βραχιόλια στους αστραγάλους.
Το ήσυχο παράπονο του μυαλού δεν έφτανε μέχρι τα κύματα. Τα δάκρυα μέσα απ’τα μάτια της δε γυμνώνονταν για κανένα ουρανό.
Σιδερένια ήταν.

Η θάλασσα αναμετριόταν με την ανάσα της και κέρδιζε κάθε φορά. Το ιώδιο αρωμάτιζε τη σκέψη της κι ο άνεμος ξεγελιόταν νομίζοντας πως θα βουτήξει στο μπλε χαμογελώντας.
Κι όμως εκείνη συνέχιζε να παρακολουθεί από μακριά.
Το φοβόταν το μπλε αυτής της θάλασσας.

Γι αυτήν τα νερά ήταν βράχος, αν έπεφτε μέσα τους θα σκοτωνόταν.
Γι αυτήν τα νερά θα γίνονταν σίδερο που θα της έπαιρνε τη ζωή.

Αν μετρούσε τα βήματα στην παραλία θα έβρισκε όλες τις μέρες που πέρασαν κρατώντας τα πόδια της χωμένα βαθιά μες στην άμμο.
Αν μπορούσε να αδειάσει τη φωνή που κάποιο βράδυ κατοίκησε μέσα της θα πετούσε πάνω απ΄το νερό, μακριά από αυτή την παραλία για πάντα.

Μια Πηνελόπη ήταν…
Κι η θάλασσα έκρυβε έναν Οδυσσέα χαμένο σε ταξίδι μακρινό.
Τέρατα με πύρινες γλώσσες και ερωτικές μορφές με λάγνο βλέμμα τον παρέσυραν.
Αυτός μέσα στη θάλασσα κι εκείνη μακριά.
Αυτός η θάλασσα και εκείνη η στεριά.

Αιώνια βραχιόλια στους αστραγάλους, αλάτι και σιωπή.
Ποιος θεός υπάρχει που μπορεί να μιλήσει για αυτήν?
Ποιος θεός μπορεί να γεμίσει ένα δρόμο με άμμο και νερό μαζί?
Ποιος είναι αυτός που μπορεί να δει την αλήθεια και στα αλήθεια…να μην κρυφτεί?

Αλάτι και σιωπή…κρυμμένες πληγές και ανύπαρκτα μονοπάτια.
Μια αρχή θαμμένη καλά. Μαύρο η θάλασσα, λευκό η αμμουδιά.
Θριαμβεύει το τίποτα που τα γκρέμισε όλα.

Μια χαμένη Πηνελόπη ήταν…κρυμμένη σε ένα σιδερένιο κορμί.
Ένας Οδυσσέας υπήρχε... μα ποτέ δεν ξεκίνησε ταξίδι για αυτήν.
Όλα θάλασσα και στεριά.

Όλα χαμένα στο μύθο μακριά…

17.6.08

Only thoughts..


Κόκκινη γραμμή σε ένα ασπρόμαυρο κείμενο που μετράει χρόνια αφημένο στο συρτάρι του γραφείου σου. Σταγόνες που καίνε και δεν ταιριάζουν πουθενά.
Γράψε ξανά το κείμενό σου και σκίσε το παλιό χαρτί. Κάνε πως δεν τις είδες ποτέ.
Έτσι θα πάψουν να υπάρχουν...?

Ρωγμή στο σκοτάδι. Αιτία να διαλυθεί όποια φαντασίωση έπλεξε η μοίρα και η συνήθεια μαζί. Χίλιοι τρόποι να καλύψεις μια τέτοια ρωγμή.
Ένας μόνο για να σβήσει.

Κρύος άνεμος που αγκαλιάζει ένα σώμα ιδρωμένο μόνο και μόνο για να ξυπνήσει αισθήσεις που λαγοκοιμούνται έναν ύπνο συμβιβασμένο σε γνώριμα σεντόνια.
Σκεπάσου και άδειασε τις σκέψεις σε ένα φιλί, μια αγκαλιά..ώσπου να ιδρώσεις ξανά..

Παρατεταμένος ήχος στο πίσω μέρος του μυαλού, μαθαίνεις να σε νανουρίζει, μαθαίνεις να τον αγνοείς..
Θα καταφέρεις να του μάθεις να σωπάσει?

Πολλά μονοπάτια...ένα για κάθε έναν.
Κάποια ενώνονται για λίγο, ή για μια ζωή.
Άλλα είναι απλώς πολύ μακριά το ένα από το άλλο.
Ποτέ όμως το ίδιο μονοπάτι δεν άντεξε δύο μαζί..

Βροχή που ξεβάφει τη μπογιά και καταστρέφει την ψευδαίσθηση ενός όμορφου κόσμου, αφήνοντας μουτζουρωμένο και νωτισμένο το χαρτί.
Ποιός καλλιτέχνης μπορεί να δημιουργήσει ξανά σε ένα τέτοιο χαρτί...

Τρύπιοι οι τοίχοι της σκέψης, χιλιάδες οι επισκέπτες ενός μόνο λεπτού..
Και πέρα απ'όλα ένα φως ...
Μια λέξη με αγκάθια που γδέρνει τό ίδιο σημείο ξανά και ξανά.
Φως που ένας μόνο μπορεί να αγγίξει...αγκάθια που θα χαθούν στην ανάσα αυτού που κρατάει το όνειρο και μπορεί να το φτιάξει απ΄την αρχή.

Και άκου...

Γράψε ξανά το κείμενό σου και σκίσε το παλιό χαρτί, έτσι θα κλείσει η παλιά σου ρωγμή.
Σκεπάσου και άδειασε τις σκέψεις σε ένα νέο φιλί κι ο ήχος πίσω θα σωπάσει..
Κράτα το δικό σου μονοπάτι και γίνε εσύ ο καλλιτέχνης που θα ζήσει πάνω σε λιωμένο χαρτί.

Τρύπιοι οι τοίχοι της σκέψης...μοναδικός επισκέπτης εσύ!

10.6.08

Γαλλικά…

Αν δεν σας αρέσουν, αν δεν είναι το φόρτε σας, αν σας προσβάλλουν…τότε μεταβολή και βγείτε παίδες. Πρέπει να ξεφουσκώσω λίγο γιατί θα κάνω μπαμ και θα βγούν τα άντερά μου έξω και …χμμμ …όπως και να το κάνεις δεν ταιριάζει σε μια σοβαρή κοπέλα της δικής μου …της δικής μου αποτέτοιας!
Μαλάκα
Μαλάκα
Μαλάαααααααααακα
Γαμήσου
Γαμώ το κερατό μου το δίφορο…(παίζει να μη γράφεται έτσι αλλά ότι προφέρεται έτσι είναι καρατσεκαρισμένο!!!)
Παπάρωωωωωωωωωωωωωωωωω
(Μη σκιάζεστε με ξέρω πολλά χρόνια και δεν παρεξηγούμαι όταν με βρίζω..μου ξαναμιλάω αμέσως μετά!)
Λοιπόν..
Έρχομαι Αθήνα για συνέντευξη από το πουθενά!!!!!
Το γαμοπεπρωμένο φυγήν αδύνατο…(κι αυτό παίζει να μη γράφεται έτσι!)
Καπάκι θα ξανάρθω …Κολιάτσου –Πατήσια ένα πράγμα, είπα αφού μου περισσεύουν τα λεφτά να μου τα φάει ο ΟΣΕ.
Αέεεεεεεεεεεεεεεερα και σας έφαγα γαμώτη μου!
Θα τα καταφέρω,
Θα τα καταφέρω,
(πόσες φορές πρέπει να το πώ μέχρι να κατέβει ο κυριούλης να μου πεί ότι με άκουσε???)
Αρχηγάρα την παλεύωωωωωωωωωωωω…
Ιt is…I WILL PREVAIL!
Λουλού I am thinking positive!
Ψηλέα μου θα τα σκίσω τα βάρδουλα της μαυρίλας λέμεεεεε
Egggod φτύνωωωωωωω…
DM, Mary, Bro….διαλογιστείτε ησύχως όλοι μαζί μπας και εισακουστείτε!

ΠΑΜΕ ΛΕΜΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ!
ΜΟΥΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΤΣ!
ΥΓ. Vou ελπίζω να σε ανέβασα! ;p

9.6.08

Ξέρω τι πρέπει..


Να καθαρίσω πρέπει…
Να μαζέψω τα παλιά και να τα κρύψω, να πετάξω όσα δε χρειάζονται και να τακτοποιήσω όσα θα φύγουν.
Χίλιες μυρωδιές…
Απογεύματα στη θάλασσα, βιβλία που διαβάστηκαν, φωτογραφίες μιας στιγμής που πέρασε, σεντόνια που κοίμισαν χαμογελαστά όνειρα …
Πολλά , πάρα πολλά…
Να κάνω μπάνιο πρέπει..
Να βγάλω από πάνω μου αυτή τη σκόνη. Είναι βαριά και πονάει το μυαλό μου. Μου κόβει την ανάσα..
Το χάπι μου, που το έβαλα..?
Εμένα που με έχω..?
Σε έχασα και ’σενα και είναι πολλές οι κούτες τόσων χρόνων. Βοήθησέ με λίγο να μαζέψω. Βοήθησέ με να μας αφήσω να προχωρήσουμε.
Πνίγομαι και σε τραβάω μαζί μου.
Σ’αγαπάω
Πολύ
Όσο τίποτα άλλο..
Τα λύσαμε όλα.
Νικήσαμε ακούς?
Νικήσαμε αλλά πριν φύγουν οι μνήμες που πολεμούσαμε πήραν τη φωνή μου.
Προχωρήσαμε αλλά ο χρόνος με ξεφλούδισε.
Κρατάς μια εικόνα μόνο.
Κενή.
Κοίταξε τα μάτια μου..Δε μπορεί να μη τα θυμάσαι.
Άκουσέ τα …
Κοίταξέ με και βρές το δρόμο σου μακριά.
Πάει καιρός που χώρισε απ΄τον δικό μου..

«Πως βρέθηκε εδώ αυτή η φρικτή φωτογραφία? Ποιος τα έγραψε όλα αυτά πίσω?
Μυρίζει θάνατο το μελάνι, Χριστέ μου! Μυρίζει αλήθεια …Μυρίζει..
Χίλιες μυρωδιές…

Να καθαρίσω πρέπει…»

4.6.08


Είναι φορές που διαλέγεις μόνος σου να χαθείς.
Βουτάς μέσα σε εκείνο που σε κάνει να μην υπάρχεις και αιωρείσαι.
Τα μάτια σου αφήνουν πίσω τοιχώματα χωρίς αρχή και τέλος και το μυαλό στριφογυρίζει σε επιφάνειες τόσο λείες που η ελπίδα τις εγκατέλειψε.
Γλίστρησε και χάθηκε..
Σε ένα τέτοιο δωμάτιο έχω μπει και εγώ.
Δεν υπάρχει στο χώρο, δεν το ορίζει ο χρόνος. Είναι μια λέξη, είναι μια κίνηση στα δάχτυλα, μια αμήχανη αλλαγή στο περπάτημα ..
Έχει καθρέφτες παντού και βλέπω την ανάσα μου να γεννιέται και να πεθαίνει.
Βλέπω τις σκέψεις μου καθαρές να κοιτάζονται με ένα θράσος χυδαίο .
Ακουμπάω το χρώμα του υδράργυρου και αφήνω αποτυπώματα απ΄το σώμα μου ...
Γκρίζο και ασημί.
Λάμπουν όλα...
Δε μου ανήκει τίποτα σε αυτό το δωμάτιο αλλά θέλω τα πάντα.
Ξαφνικά...θέλω να χαθώ εδώ.
Επιλογή ΜΟΥ.
Ακόμα και η ψύχρα του καθρέφτη με ηρεμεί αυτή τη στιγμή.
Η αλήθεια του στα μάτια μου, είναι ότι λείπει απ΄τη φωνή μου.
Είναι ότι ψάχνω με μανία στα συρτάρια μου να φορέσω το πρωί και δεν υπάρχει πια.
Μη προσπαθήσεις να με βγάλεις από εδώ φίλε μου.
Θέλω να κάνω κύκλους μέσα μου μέχρι να μη χρειάζομαι καθρέφτες, μέχρι να θυμηθώ τη μορφή μου με κλειστά μάτια...να βρω τη φωνή που θα τους κάνει κομμάτια.
Άσε με να κοπώ με ένα κομμάτι μου ..θέλω να δω τι χρώμα θα έχει το αίμα μου όταν θα βγεί από μια αληθινή πληγή.
Θέλω να έρθει να την κλείσει η απόφασή μου να βγω.

Είναι φορές που διαλέγεις μόνος σου να χαθείς…
Εσύ για ‘σένα...

3.6.08

Μαρμάρινη σιωπή...


Με ξύπνησαν κελαηδίσματα πουλιών. Ένα κίτρινο φόρεμα κι ένας καφές στην αυλή που με περίμενε για να μιλήσω. Σηκώθηκα χωρίς να με πάρω μαζί μου και ήπια τον καφέ μου σιωπηλή. Στο τζάμι του τραπεζιού τα φύλλα άλλαζαν θέση από τον αέρα ενός πρωινού που δεν περίμενα να έρθει.
Οι σκέψεις μου έμειναν στο μαξιλάρι μου κι άρχισαν να δημιουργούν εικόνες που γνώριζα πολύ καλά ότι υπήρχαν..Εικόνες που ποτέ δεν παραδέχθηκα. Με είδα να ψάχνω μέσα σε ένα μουσείο γεμάτο ημέρες πέτρινες που έστεκαν σε βάθρα με ημερομηνίες περασμένες χαραγμένες πάνω τους.
Περπατούσα κοιτάζοντας γύρω μου με βήματα που έχαναν αργά το ρυθμό τους.
Στα αυτιά μου έσβηνε η δύναμη της ακοής όσο χανόμουν στους διαδρόμους, το στόμα μου πονούσε κάθε που δοκίμαζε η φωνή μου να βγει.
Τρόμαξα όταν πριν σβήσω το τσιγάρο μου με πρόσεξα κι είδα τις φλέβες μαύρες πάνω στα χέρια μου, είδα το δέρμα μου κάτασπρο να γυαλίζει σαν παγωμένο.

Το μόνο που ζει πια είναι η ανάσα μου σε ένα μαρμαρωμένο σώμα. Στέκομαι ακίνητη, ένα πλάσμα απόκοσμο πάνω στο δικό του βάθρο και η ζωή χαράζεται στα πόδια μου σε μια ημερομηνία.
Με πρόλαβε η πέτρα φως μου και δε χώρεσες να μπείς.

Τα μάτια μου ακόμα κρατάνε τα δικά σου. Κομματιασμένος άνθρωπος ντυμένος με ένα ολόλευκο απροσπέλαστο φράχτη.
Δε θα μπείς, ούτε εσύ ούτε κανένας πια.

Πρέπει να είσαι πέτρινος για να νιώσεις πόσο πονάει η πέτρα.

Θα περιμένω τον καιρό να με τυλίξει με τη σκόνη του να μη με βλέπεις.
Θα περιμένω να βρω ζωή ξανά στα μάτια ενός άλλου αγάλματος που θα στηθεί απέναντί μου.
Κι ως τότε θα μείνω εδώ… ένα κομμάτι μαρμάρινης σιωπής.