18.4.10


Μικρή την κυνήγησαν πριν καν προλάβει να μάθει να τρέχει.
Την έκαναν να σωπάσει πριν καν μάθει να μιλάει.
Έχει ένα σημάδι στο δεξιό πλευρό.
Το σημάδι που επιβεβαιώνει τη σιωπή της.
Τότε τη γνώρισε πρώτη φορά.
Και πολλές πολλές φορές μετά...
Έμαθε να σωπαίνει ξανά και ξανά.
Για να μη ξεχάσει ποτέ.
Και δεν ξεχνάει.Τίποτα.Από τότε.

Βγήκε στη μικρή της αυλή.

Η νύχτα είναι θυμωμένη απόψε.
Φυσάει και τα δάχτυλα ίσα που κρατάνε το τσιγάρο .
Θέλει να κάτσει έξω όμως, δε θέλει να μπει στο σπίτι.
Δε θέλει να κοιμηθεί ..έτσι.
Κάθεται ήρεμη στην καρέκλα της και αναρωτιέται...πόσο ωραία είναι να μην είσαι μόνος.
Πόσο δεν της λείπει ο θυμός όταν χάνεται.
Πόσο της λείπει αυτός που μπορεί και τον νικάει.

Τελικά...

Τη στιγμή που σταματάς να τρέχεις νιώθεις ....παράξενος.
Νιώθεις φοβισμένος, απροστάτευτος και γυμνός.
'Η απλά τότε καταλαβαίνεις πως ποτέ δεν είχες όπλα.
Πως ποτέ δε πολέμησες σημάδια και σιωπές.
Τα άφηνες πίσω μόνο κάνοντας αυτό που ξέρεις και θυμάσαι.
Αυτό που δε ξεχνάς ποτέ ...

Σήκωσε το τηλέφωνο.

"-Ακούς? Θέλω ζεστασιά απόψε.
Θέλω δάχτυλα που θα καλύψουν το σημάδι στο δεξί πλευρό.
Ανάσα που θα γίνει σιγά σιγά το μόνο πράγμα που θυμάμαι.
Το μόνο πράγμα απ΄το οποίο δε χρειάζεται να τρέξω μακριά...

Να κοιμηθώ χαμογελαστή θέλω...
Γιατί γίνεται και...το θυμάμαι!"